Τετάρτη 13 Φεβρουαρίου 2013

Ζωντάνεψε ο εφιάλτης της Σοφίας Γκόντα

Την ενοχή των τριών εκ των πέντε κατηγορουμένων για την απαγωγή της κόρης του πρώην Δημάρχου, ζήτησε ο Εισαγγελέας
Τις εφιαλτικές στιγμές που έζησε για τρεις ημέρες, ως όμηρος των ατόμων που την είχαν απαγάγει από την Καστοριά, μεταφέροντάς την στα Ιωάννινα και απαιτώντας λύτρα πολλών εκ. ευρώ από τον πατέρα της, πρώην Δήμαρχο Ιωαννίνων Ν. Γκόντα περιέγραψε στο δικαστήριο η Σοφία Γκόντα, θύμα της απαγωγής που συγκλόνισε την τοπική κοινωνία, τον Σεπτέμβριο του 2011.
Με την κατάθεση του θύματος της απαγωγής ξεκίνησε η χθεσινή ακροαματική διαδικασία στο Τριμελές Εφετείο Ιωαννίνων, ενώ στο εδώλιο κάθισαν οι δύο Γιαννιώτες ηλικίας 44 και 33 ετών αντίστοιχα, ένας Βορειοηπειρώτης ηλικίας 38 ετών, η μητέρα του ενός κατηγορουμένου ηλικίας 65 ετών καθώς και η σύζυγός του ηλικίας 28 ετών που κατηγορούνται για αποδοχή προϊόντων εγκλήματος.
Το ενδιαφέρον για τη δίκη είναι τεράστιο και αποτυπώθηκε στην κατάμεστη αίθουσα του Τριμελούς Εφετείου, καθώς επίσης και στα πρωτοφανή για τα τελευταία χρόνια μέτρα ασφαλείας που είχαν ληφθεί από την αστυνομία.
Στην κατάθεσή της η Σοφία Γκόντα αναφέρθηκε με κάθε λεπτομέρεια σε όσα βίωσε από τη στιγμή που οι δύο από τους δράστες, απειλώντας την με όπλα που κρατούσαν στα χέρια τους την έβαλαν σε Ι.Χ και τη μετέφεραν στο κρησφύγετό τους στην περιοχή του Κρυφοβού, χωρίς η ίδια να γνωρίζει που βρίσκεται.
Μεταξύ άλλων η 23χρονη τόνισε ότι από την πρώτη στιγμή προσπάθησε να είναι συνεργάσιμη με τους απαγωγείς της, για να μην τους δώσει την παραμικρή αφορμή να κάνουν κάτι περισσότερο άσχημο στην ίδια ή στην οικογένειά της.
«Μου είπαν κάποια στιγμή ότι είμαι πολύ τυχερή που έπεσα σε καλή συμμορία γιατί αν ήταν άλλοι θα μπορούσαν να με είχαν βιάσει ή και να με έχουν σκοτώσει», σημείωσε κατά την κατάθεσή της η Σ. Γκόντα.
Η παθούσα περιέγραψε τις στιγμές που βίωσε στο κρησφύγετο όπου την είχαν οδηγήσει, μέχρι και τη στιγμή που μετά από τρεις ημέρες την οδήγησαν στην παραλίμνια περιοχή όπου την απελευθέρωσαν.
Ιδιαίτερη στιγμή της δίκης όταν το θύμα κλήθηκε να απαντήσει στις ερωτήσεις του συνηγόρου πολιτικής αγωγής, πατέρα της Ν. Γκόντα. Λίγο αργότερα το δικαστήριο διέκοψε τη διαδικασία όταν η 23χρονη ξέσπασε προς συνήγορο της υπεράσπισης, αντιδρώντας στην υπερασπιστική του γραμμή για τον πελάτη που εκπροσωπεί.
Ο συνήγορος αναφερόμενος στην κατάθεση της 23χρονης κατά τη προανάκριση, στην οποία μεταξύ άλλων είχε πει ότι κάθε πρωί της έδιναν καφέ, κριτσίνια ενώ έτρωγαν πίτσες και σουβλάκια, ρώτησε εάν «τελικά αυτό τι ήταν; Ομηρία ή φιλοξενία;», για να προκληθεί ιδιαίτερη ένταση και στο ακροατήριο.
«Τι προσπαθείτε να πείτε; Ότι περνούσα καλά τρεις ημέρες με τους κατηγορούμενους; Δεν ξέρετε τι έχω περάσει και τι εφιάλτες ζω ακόμη και σήμερα», τόνισε με λυγμούς η 23χρονη, που έπεσε στην αγκαλιά του πατέρα της, με τον πρόεδρο του δικαστηρίου να διακόπτει τη διαδικασία για να ξεκινήσει και πάλι λίγο αργότερα με την κατάθεση του Ν. Γκόντα.
Τις δραματικές ώρες αγωνίας που έζησε ο ίδιος από τη στιγμή που έλαβε το τηλεφώνημα από τον άγνωστο, ο οποίος του ζητούσε 4 εκ. ευρώ, προκειμένου να «δει ζωντανή την κόρη του», όπως αναφέρθηκε, μετέφερε ο ίδιος ο Νίκος Γκόντας, περιγράφοντας όσα έγιναν κατά τη διάρκεια του τριήμερου «εφιάλτη».
Ο κ. Γκόντας, παρά τις συστάσεις των απαγωγέων, από την πρώτη στιγμή είχε επικοινωνήσει με την τοπική ηγεσία της Αστυνομίας και το θέμα έφτασε και στα κεντρικά, με αποτέλεσμα μέσα σε λίγες ώρες να συγκροτηθεί μία ομάδα ικανότατων διαπραγματευτών, ενώ παράλληλα οι αστυνομικές αρχές λειτουργούσαν και επιχειρησιακά.
Ο πρώην δήμαρχος ακολούθησε κατά γράμμα τις συστάσεις των διαπραγματευτών, ζητώντας να μιλήσει στην κόρη του το πρωί της Παρασκευής και παράλληλα έκανε προσπάθειες για να συγκεντρώσει χρήματα, έχοντας ξεκαθαρίσει ότι ήταν αδύνατο να βρει το ποσό των 4 εκ. ευρώ.
Μετά την «συμφωνία» με τους απαγωγείς για ένα ποσό πολύ χαμηλότερο, μόλις 43.000 ευρώ περίπου, ο κ. Γκόντας έζησε ξανά ώρες αγωνίας το βράδυ της Παρασκευής, αφού παρέδωσε τα προσημειωμένα χαρτονομίσματα.
Για μία και πλέον ώρα περιφερόταν με το αυτοκίνητό του στην πόλη, μέχρι οι απαγωγείς να τους υποδείξουν το σημείο όπου θα άφηναν ελεύθερη την κόρη του.
Απαντώντας και στις ερωτήσεις των συνηγόρων υπεράσπισης, ο κ. Γκόντας ανέφερε ότι υπήρξαν σαφείς απειλές κατά της ζωής της κόρης του, ενώ χαρακτήρισε φυσικούς και ηθικούς αυτουργούς όσους βρίσκονται στο εδώλιο, ενώ παράλληλα πρόσθεσε: «Για μένα ηθικοί αυτουργοί είναι και όσοι δίνουν την εντύπωση στον κόσμο, ότι αυτοί που ασχολούνται με την πολιτική έχουν εκατομμύρια».
Ακολούθησε η κατάθεση της αδερφής του θύματος Κωνσταντίνας Γκόντα, καθώς και του ιδιοκτήτη του σπιτιού που ενοικιάστηκε από τους κατηγορούμενους και χρησιμοποιήθηκε ως κρησφύγετο, όπως επίσης και ενός συγγενικού του προσώπου που ήταν συνεργάτης του κ. Γκόντα τότε.
Ακόμη κατέθεσε ο ιδιοκτήτης της πιτσαρίας στην οποία εργάζονταν οι τρεις κατηγορούμενοι, σημειώνοντας ότι δεν είχε υποπτευθεί τίποτα, ενώ οι κατηγορούμενοι έκαναν δύο και τρεις δουλειές προκειμένου να αντεπεξέλθουν.
Αξίζει να σημειωθεί ότι από την πλευρά της οικογένειας Γκόντα, φαίνεται πως δεν έχει κλείσει ο κύκλος της υπόθεσης, καθώς θεωρεί ότι υπήρξε συνεργασία και με άλλα άτομα προκειμένου να σχεδιαστεί και να συντελεστεί η απαγωγή.
Προς αυτή την κατεύθυνση κινήθηκαν και κάποιες ερωτήσεις του Ν. Γκόντα προς τους μάρτυρες, ωστόσο ο πρόεδρος του Δικαστηρίου ζήτησε να περιοριστεί στην υπόθεση, καθώς τα υπόλοιπα ζητήματα τα ερευνούν οι αστυνομικές αρχές.
Αποδέχθηκαν τις κατηγορίες οι τρεις κατηγορούμενοι
Οι τρεις άνδρες κατηγορούμενοι, οι οποίοι σύμφωνα με τις μαρτυρίες του ενός τουλάχιστον άρχισαν να σχεδιάζουν την απαγωγή σχεδόν ένα μήνα πριν την εκτέλεσή της, παραδέχθηκαν τις πράξεις τους και ζήτησαν συγνώμη από την Σοφία Γκόντα και την οικογένειά της.
Ο πρώτος εκ των κατηγορουμένων σημείωσε ότι είχε ενδοιασμούς αλλά τελικά ακολούθησε τους άλλους δύο κατηγορούμενους και από κοινού προχώρησαν στην απαγωγή.
Για αρκετή ώρα κράτησε η απολογία του δεύτερου εκ των κατηγορουμένων, ο οποίος αφού αποδέχθηκε τις κατηγορίες και ζήτησε συγνώμη απέδωσε την πράξη του στη συνεχή ψυχολογική πίεση εξαιτίας χρεών.
«Δε θα δικαιολογήσω την πράξη μου, είναι αποτρόπαιη. Το έκανα και ντρέπομαι», σημείωσε μεταξύ άλλων, ενώ ζήτησε την επιείκεια του δικαστηρίου κάνοντας λόγο για «βλακεία και μη συναίσθηση του τι ακριβώς κάνουν», ενώ σημείωσε ότι ποτέ δεν πείραξαν την κοπέλα, αλλά της φέρονταν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο.
Ο ίδιος, όπως και ο τρίτος των κατηγορουμένων ανέφεραν ότι κανείς άλλος εκτός των τριών δεν γνώριζε για το σχέδιο της απαγωγής. Αυτό αφορούσε ιδιαίτερα τις δύο κατηγορούμενες, τη σύζυγο και τη μητέρα του δεύτερου κατηγορούμενου, στο σπίτι των οποίων οι αστυνομικοί βρήκαν το τσαντάκι με τα προσημειωμένα χαρτονομίσματα.
Και οι δύο ανέφεραν ότι δεν είχαν γνώση της απαγωγής, αλλά άθελά τους ενεπλάκησαν χωρίς να το γνωρίζουν όταν ο κατηγορούμενος τους τηλεφώνησε αργά το βράδυ της Παρασκευής και τους ζήτησε να κρύψουν το τσαντάκι.
Αυτό ωστόσο έγινε λίγα λεπτά πριν τη σύλληψή του και πριν η αστυνομία φτάσει στο σπίτι όπου διέμεναν και εντοπίσει τα χρήματα.
Η πρόταση του Εισαγγελέα
Την καταδίκη των τριών κατηγορουμένων ζήτησε ο Εισαγγελέας για τις κατηγορίες της εκβίασης, αρπαγής με σκοπό το οικονομικό όφελος, της σύστασης συμμορίας και της οπλοχρησίας, επισημαίνοντας ότι οι ίδιοι ομολόγησαν τις πράξεις τους με κυνικό τρόπο.
Ελλείψει στοιχείων πρότεινε την αθώωση των δύο γυναικών. Κατά την χθεσινή διαδικασία, λόγω του περασμένου της ώρας, ολοκληρώθηκε η αγόρευση μόνο του ενός συνηγόρου πολιτικής αγωγής, ο οποίος ζήτησε την παραδειγματική τιμωρία των κατηγορουμένων τονίζοντας, ότι «εξάντλησαν όλες τις ενέργειες βίας και απειλής προς το θύμα, αλλά και τον πατέρα της, προκειμένου να βρει και να τους δώσει τα χρήματα».
Αποκρούοντας τους ισχυρισμούς των κατηγορουμένων για «καλή μεταχείριση» και περί «βλακείας» αναφέρθηκε στην απαγωγή της κοπέλας, τις ενέργειές τους για τη μίσθωση του ακινήτου και το ταξίδι στην Καστοριά, προκειμένου να κάνουν αυτοψία του χώρου και κατέληξε «αυτοί οι άνθρωποι έφτασαν τους ειδικούς διαπραγματευτές στο σημείο να ιδρώσουν». Και συνέχισε «δεν κάνανε μία βλακεία, ξέραν τι ακριβώς κάνανε».
Η δίκη αναμένεται να ολοκληρωθεί σήμερα με τις αγορεύσεις των συνηγόρων κατηγορίας και υπεράσπισης και όλα δείχνουν πως θα υπάρξει και απόφαση από το δικαστήριο.

από την Ελευθερία

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου